- γεραρῆς
- γεραίρωhonourfut ind act 2nd sg (doric)γεραρόςof reverend bearingfem gen sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γεραρής — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Παναγιώτης. Καταγόταν από τη Ζάχολη της Κορινθίας. Πολέμησε κατά των Αιγυπτίων στα Τρίκορφα και στα Μαγούλιανα. 2. Σταύρος. Φιλικός από την Κωνσταντινούπολη. Βασανίστηκε και σκοτώθηκε στα γεγονότα του Απριλίου 1821 … Dictionary of Greek
CHARAX Pergamenus — Sacerdos, et Philosophus, Suidâ teste, condidit Historiarum Graecarum libros 40. in quorum secundo Augusti Caesaris memoriam celebrat, ὡς πάλαι γενομένου, tamquam antiqui. Unde, eum murto post Augusti aevum vixisse colligitur. Secundum Ε῾λληνικῶν … Hofmann J. Lexicon universale